τρινιτροανισόλη

τρινιτροανισόλη
και νιτρανισόλη, η, Ν
χημ. αζωτούχα αρωματική οργανική ένωση, τρινιτρωμένο παράγωγο τής ανισόλης.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • εξανιτροδιφαινυλαμίνη — Νιτρωμένο παράγωγο της διφαινυλαμίνης του τύπου (ΝΟ2)3 C6H2 – NH – C6H2 (ΝΟ2)3. Είναι ισχυρή εκρηκτική ύλη και χρησιμοποιήθηκε από τους Γερμανούς στον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο σε μείγμα με τρινιτροανισόλη ή τρινιτροτολουόλιο …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”